Βρισκόμαστε στην αιχμή μιας μεγάλης περιβαλλοντικής και κοινωνικής καταστροφής. Ολόκληρες περιοχές της Ελλάδας πρακτικά αφανιζονται. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι χάνουν το βιος τους, χάνουν κάθε προοπτική στον τόπο τους, μετατρέπονται αντικειμενικά σε εσωτερικούς πρόσφυγες. Από τις φωτιές στην Ηλεία το 2007, το Μάτι το 2018 έως τις σημερινές φωτιές έχουμε το ίδιο μοτίβο καταστροφής, τα ίδια δεδομένα, τους ίδιους υπεύθυνους τις ίδιες κριτικές.
Τα πάντα έχουν ειπωθεί. Τα πάντα είναι γνωστά.
Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε όμως ότι η κατάσταση αυτή τη στιγμή είναι οριακή. Δεν γνωρίζουμε πως θα είναι η επόμενη μέρα και αυτό είναι κυριολεκτικό. Δεν γνωρίζουμε τι θα γίνει αύριο, σε δεκαπέντε μέρες, σε δύο μήνες. Η καταστροφή που βιώνουμε αυτή τη στιγμή ίσως είναι το πρελούδιο για όσα γινουν αύριο ή σε έναν μήνα. Ισως δούμε πολύ χειρότερα και αυτό που διακυβεύεται είναι η ίδια η φύση και η ποιότητα της ζωής μας πριν καν αυτή περάσει στα χέρια των αφεντικών και του κράτους. Αυτό το λέμε έχοντας συνυπολογίσει μια σειρά παράγοντες.
1. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα συνεχίσουν και θα ενταθούν. Η κλιματική αλλαγή, η υπερθέρμανση δηλαδή του πλανήτη ως αποτέλεσμα της καπιταλιστικής παραγωγής είναι εδώ. Και έχουμε κάθε λόγο να περιμένουμε το επόμενο διάστημα να υπάρξουν και πάλι συνθήκες που θα ευνοούν ολοκαυτώματα. Ή πλημμύρες.
2. Το κράτος και δεν μπορεί και δεν θέλει να εκπληρώσει το δικό του μέρος του συμβολαίου σε μια κοινωνία ανάθεσης. Σε όλα τα επίπεδα, είτε αρνείται να οργανώσει τους μηχανισμούς πρόληψης και προστασίας είτε αποτυγχάνει ολοκληρωτικά ακόμα και να διαχειριστεί το τεχνικό μέρος μιας τέτοιας συνθήκης. Το κράτος νοιάζεται να υπηρετήσει τα δικά του συμφέροντα και το μόνο που ενδιαφέρει το πολιτικό του τμήμα σε σχέση με τις φωτιές είναι το ψηφοθηρικό κόστος στο εκλογικό παιχνίδι. Ολη του στρατηγική είναι προσανατολισμένη στην προστασία του εαυτού του, όχι στην προστασία της κοινωνικής βάσης. Δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα διαφορετικό στις επόμενες πυρκαγιές.
3. Μετά την καταστροφή θα ακολουθήσει μια επικοινωνιακή γιορτή στην οποία το κράτος θα μοιράσει κάποια χρήματα στους πληγέντες, θα υποσχεθεί περισσότερα και μόλις σβήσουν τα φώτα το θέμα θα ξεχαστει. Να θυμηθούμε ότι έφαγαν ακόμα και το τεράστιο ποσό αλληλεγγύης που είχε συγκεντρωθεί για τους πυρόπληκτους της Ηλείας το 2007. Ούτε σε επίπεδο αποκατάστασης των άμεσων αναγκών όσων έχασαν τα πάντα έχουμε να περιμένουμε τίποτα από το κράτος.
4. Παρά την τεράστια καταστροφή που έχει ήδη γίνει όσο γράφονται αυτές οι γραμμές, υπάρχουν πολλά ακόμα δάση που δεν έχουν καεί σε όλη την επικράτεια. Αυτό που έπαθε η Ευβοια, η Ηλεία, η Αττική μπορεί να το πάθεί όλη η χώρα σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα το επόμενο διάστημα. Πολύ πιο μακριά από την πρωτεύουσα με δυσμενέστερες συνθήκες.
Υπό το φως αυτών των δεδομένων καλούμε την κοινωνική βάση με όρους τοπικότητας, σε χωριά, κωμοπόλεις και πόλεις να αυτοοργανωθεί άμεσα και να αναλάβει στο μέτρο του δυνατού κάθε πρωτοβουλία πρόληψης φωτιάς αλλά και εποπτείας των δασικών εκτάσεων των περιοχών τους. Η πολιτική του “τρέξτε να σωθείτε” που επέλεξε το κράτος ως στρατηγική του είναι βεβαιο πως θα προκαλέσει τεράστιες επιπλέον καταστροφές και πιθανόν και περισσότερα θύματα. Η ίδια η εμπειρία και σε αυτή την κρίση μας έδειξε ότι η αυτοοργάνωση και η ανάληψη της ευθύνης από τους ντόπιους και τις ντόπιες ήταν αυτό που έσωσε ότι σώθηκε. Αυτό πρέπει να πολλαπλασιαστεί.
Να πιαστούν δημοτικές και πολιτικές αρχές από τον λαιμό να κινητοποιήσουν ότι μηχανισμούς διαθέτουν αλλά και να εξοπλίσουν τις τοπικές αυτοοργανωμένες δομές, τα έργα και τις περιπολίες. Να αξιοποιηθεί η εθελοντική προσφορά των μη ντόπιων που θα έρθουν να βοηθήσουν. Να απαιτηθεί ο συντονισμός και η καθοδήγηση από την Πυροσβεστική ακόμα και επικουρικά της πυρόσβεσης από όσους ντόπιους/ες υπάρχει η ικανότητα και η θέληση να το κάνουν. Με πρώτο μέλημα την ασφάλεια, δεν πρέπει να τρέξουμε πριν κινητοποιηθούμε. Να αναδιαμορφωθεί άρδην η πυροπροστασία κι η προστασία των δασών εν γένει με βάση τις τοπικές κοινωνίες. Να περιφρουρηθούν οι καμμένες περιοχές με στόχο όχι μόνο την αναγέννηση των δασών αλλά και την επέκτασή τους.
Αλλά και η κοινωνική βάση έξω από τις “επικίνδυνες περιοχές” πρέπει να κινητοποιηθεί. Τόσο για τις άμεσες ανάγκες των εσωτερικών προσφύγων όσο και για την πολιτική πάλη για την αποκατάστασή τους αμέσως μετά.
Και σε αυτές τις καταστροφές όπως και στις προηγούμενες είδαμε και την κοινωνική αλληλεγγύη να εκδηλώνεται μαζικά και αυθόρμητα. Είδαμε και την δυναμική της αυτοοργάνωσης, την αποτελεσματικότητα και την ευστροφία της. Αυτό που διαφέρει τώρα είναι πως το είδος της κρίσης που μπήκαμε κάνει αυτές τις περιστασιακές, και υπο το κράτος απελπισίας εκδηλώσεις κοινωνικής υγείας, απαραίτητες σε μόνιμη βάση.
Είμαστε μόνοι μας. Κι έχουμε από την μία κράτος και κεφάλαιο να μας απομυζούν και παράλληλα να μετατρέπουν το περιβάλλον της καθημερινότητάς μας σε τέφρα.
Πρέπει να πάρουμε τα πράγματα στα χέρια μας ή να συμβιβαστούμε σε πρωτοφανή, για ό,τι έχουμε συνηθίσει, επίπεδα μιζέριας. Να σώσουμε τη φύση και εμάς από την καταστροφική λαίλαπα που λέγεται κράτος και κεφάλαιο.